17 Ιούν Μια ημέρα με έναν άρχοντα της Κύθνου
Δημήτρης (Σούμας) Βλαστάρης.
Συχνά πυκνά, τον συναντώ έξω από το σπίτι, στα μπες βγες μου. Γείτονες. Κάθε φορά, έχει και μια ιστορία να μου πει. Για τις εποχές που ήταν νέος, πως πήγαινε με τη μαμά μου σχολείο, πως γνώρισε τη γυναίκα του και πως φλέρταραν τα χρόνια εκείνα, πως την έχασε κι έμεινε μόνος, τον καημό του και για την κόρη που έχασε, αλλά και το καμάρι του για τις άλλες δυό του κόρες, αλλά και τα εφτά του εγγόνια.
Τις ημέρες που είχα μαζί μου τη μαμά άρχισε να φέρνει αυγά, τυρί και θυμώνει όταν ακόμα φέρνει και του λέω, φτάνει!
Πολύ γρήγορα, βρεθήκαμε να λέμε σχεδόν καθημερινά την κουβέντα μας και με την επιμονή του, τον ακολούθησα ένα πρωινό να δω πως περνάει την ημέρα του. Η αλήθεια είναι πως ντράπηκα που όλο κάτι τύχαινε και του το ανέβαλα, έτσι μια μέρα, μόλις ταίριαξε, τον ακολούθησα.
Θα ξυπνήσουμε νωρίς όμως εντάξει ; Με ρώτησε.
Και ξεκινήσαμε ανεβαίνοντας τη Χώρα πρωί και αφού τη διασχίσαμε, μπήκαμε στο πρώτο μονοπάτι, περάσαμε την εκκλησία του άγιου Εφραίμ και αφού δεν περίμενε και πολύ να τραβάω τις φωτογραφίες, με οδήγησε σε ένα παλιό κελί, να μου δείξει που βάζουν τις τροφές για τα ζώα, που τα τάιζαν, που έμεναν, τα παλιά παπούτσια που έφτιαχναν από δέρμα γουρουνιού, τα διάφορα εργαλεία που χρησιμοποιούσαν για τις δουλειές.
‘Ελα, πάμε τώρα στο κελί μου, να αρμέξω τις κατσίκες να πιούμε φρέσκο γάλα με καφέ. Θα κάνουμε κι αυγά με πατάτες μετά, να πιούμε από το κρασί μου. Ξέρεις να καθαρίζεις πατάτες, δεν ξέρεις ; Και βρεθήκαμε στο στέκι του, που τα’χει όλα μαζεμένα, κάθε τι στη θέση του και το καθ’ένα με εναν λόγο ύπαρξης και μια ιστορία, κάθε γωνιά έχει κάτι να σου πει κι όλα μαζί συνθέτουν μια ζωή ολόκληρη. Κάπου μέσα σ’όλα, κρεμασμένο σε κορνίζα το τιμητικό δίπλωμα για τη συνεισφορά του στη διαφύλαξη και την ανάδειξη της λαϊκής μουσικής παράδοσης.
Τους πιο νέους που ακούς, εγώ τους έμαθα να παίζουν τη τσαμπούνα! Περήφανα και γιατί όχι! Όσοι βρέθηκαν στο πανηγύρι της Αγίας Τριάδας πριν λίγες ημέρες στη Χώρα, είχαν την τύχη να θαυμάσουν τη δεξιοτεχνία, την ικανότητα και το μοναδικό του ταλέντο!
Έλα, τώρα θα σε πάω να δεις την Αγία Παρασκευή, εκεί που κάναμε το πανηγύρι και χόρευα μπάλο τη μάνα σου. Ήταν χορευταρού η Γωγώ, μου λέει. Γλυκόπικρα λόγια…Έλα πάμε, μη συννεφιάζεις, να σου πω πως μόνος μου πλήρωσα να ανοίξει ο δρόμος, τα έφτιαξα όλα μονάχος μου, έφερα τα οστά των συγγενών μου, εδώ κοντά στην εικόνα της κι έρχομαι κάθε μέρα να της ανάψω της αγια-Παρασκευής, ένα κεράκι. Τακτοποιημένα, νοικοκυρεμένα και φροντισμένα όλα στη θέση τους, το λάδι, τα φυτίλια, τα κεράκια.
Γυρίσαμε πίσω κόντρα στον αέρα σκυμμένοι μη μας πάρει (!!), τον άφησα να ξεκουραστεί κι επέστρεψα να κάνω τα δικά μου.
Γεμάτη.
Οι φωτογραφίες λίγες σε σχέση με την εμπειρία. Θεωρώ τον εαυτό μου εξαιρετικά τυχερό, που έχω γείτονά μου, αυτόν τον ευγενικό και καλοσυνάτο άνθρωπο, που μέσα σε μια ημέρα της καθημερινότητάς του, μου άνοιξε το σπίτι του, μου είπε τόσα πράγματα για την ιστορία και πολιτισμό της Κύθνου.
Τον ευχαριστώ από τα βάθη της καρδιάς μου και του αφιερώνω αυτό το κείμενο.